Η ραγδαία εξάπλωση των καταλυμάτων της βραχυχρόνιας μίσθωσης σε όλη τη χώρα έχει δημιουργήσει σημαντικές εξελίξεις στον ελληνικό τουρισμό, με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις να αποτελούν πλέον έναν από τους κύριους παράγοντες του τουριστικού τοπίου, σύμφωνα με δημοσίευμα στο newsbeast.gr.
Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), το 2023 καταγράφηκαν στη χώρα 703.912 κλίνες σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, με τον αριθμό των μονάδων Airbnb να φτάνει τις 158.634. Παράλληλα, τα ξενοδοχεία στη χώρα αριθμούσαν 887.748 κλίνες, με το σύνολο των ξενοδοχειακών μονάδων να ανέρχεται σε 10.059.
Στην Πάρο
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα στην Πάρο, καθώς οι κλίνες που προσφέρει η βραχυχρόνια μίσθωση ανέρχονται σε 17.512, ενώ οι αντίστοιχες των ξενοδοχείων είναι μόλις 7.251.
Τι υποστηρίζουν οι ξενοδόχοι
Από την άλλη η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων επισημαίνει ότι η διαμονή σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης συνήθως επιφέρει μεγαλύτερη περιβαλλοντική επιβάρυνση σε σύγκριση με τη μακροχρόνια μίσθωση.
Αυτό οφείλεται στη διαφορετική συμπεριφορά που επιδεικνύουν οι ένοικοι των βραχυχρόνιων καταλυμάτων σε σχέση με εκείνους που διαμένουν σε μακροχρόνια ενοικιαζόμενα σπίτια. Η βραχυχρόνια μίσθωση, σύμφωνα με τους εκπροσώπους του κλάδου, αυξάνει την επιβάρυνση στη διαχείριση απορριμμάτων, επιβαρύνει τα δίκτυα μεταφοράς και ενδέχεται να οδηγήσει σε σπατάλη ενέργειας λόγω της μη συνετής κατανάλωσης από τους επισκέπτες. Αν και το 2024 επιβλήθηκε τέλος διαμονής παρεπιδημούντων στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, η πλήρης εικόνα της εισπραχθείσας φορολογίας δεν είναι ακόμα διαθέσιμη, καθώς η εφαρμογή του τέλους είναι σχετικά πρόσφατη.
Επίσης, η εικόνα της τουριστικής σεζόν το 2023 δείχνει μία αύξηση στις πληρότητες των ξενοδοχείων, με τον Οκτώβριο να καταγράφει ποσοστό 64% έναντι 55% τον ίδιο μήνα του 2023. Οι υψηλότερες πληρότητες καταγράφηκαν τον Αύγουστο (88%), ενώ οι χαμηλότερες παρατηρήθηκαν τον Ιανουάριο (41%).
Εντυπωσιακή είναι η αύξηση για τις πληρότητες στα άκρα της τουριστικής σεζόν, όπως για παράδειγμα τον Απρίλιο (50% φέτος, έναντι 44% πέρυσι) και τον Σεπτέμβριο (84% φέτος, έναντι 79% το 2023). Αυτό δείχνει μία τάση των τουριστών να επιλέγουν μήνες εκτός της υψηλής περιόδου, προκειμένου να πετύχουν καλύτερες τιμές και να αποφύγουν την υπερβολική συνωστισμό και τις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού.